- ἑπταπλάσιος
- ἑπταπλάσιοςsevenfoldmasc nom sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
επταπλάσιος — και εφταπλάσιος, α, ο (AM ἑπταπλάσιος, ία, ον) 1. επτά φορές μεγαλύτερος 2. επτά φορές ισχυρότερος, περισσότερος κ.λπ. 3. κατά πολύ, ασύγκριτα μεγαλύτερος, χειρότερος κ.λπ. («ἑπταπλασίῳ φαυλότερος», Πλάτ.). επίρρ... επταπλασίως και επταπλάσια (AM … Dictionary of Greek
ἑπταπλασίων — ἑπταπλάσιος sevenfold fem gen pl ἑπταπλάσιος sevenfold masc/neut gen pl ἑπταπλασίων masc/fem nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἑπταπλασίως — ἑπταπλάσιος sevenfold adverbial ἑπταπλάσιος sevenfold masc acc pl (doric) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἑπταπλάσιον — ἑπταπλάσιος sevenfold masc acc sg ἑπταπλάσιος sevenfold neut nom/voc/acc sg ἑπταπλασίων masc/fem voc sg ἑπταπλασίων neut nom/voc/acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἑπταπλασίου — ἑπταπλάσιος sevenfold masc/neut gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἑπταπλασίῳ — ἑπταπλάσιος sevenfold masc/neut dat sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἑπταπλάσια — ἑπταπλάσιος sevenfold neut nom/voc/acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἑπταπλασίας — ἑπταπλασίᾱς , ἑπταπλάσιος sevenfold fem acc pl ἑπταπλασίᾱς , ἑπταπλάσιος sevenfold fem gen sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
-πλάσιος — ΝΜΑ κατάλ. αναλογικών αριθμητικών επιθέτων όλων τών περιόδων τής Ελληνικής που προέρχεται από β συνθετικό * πλατος + κατάλ. ιος με συριστικοποίηση τού τ (πρβλ. δημόσιος < *δημότιος < δημότης). Ο αμάρτυρος τ. * πλατος ανάγεται στη… … Dictionary of Greek
επτά — και εφτά (AM ἑπτά) (απόλ. αριθμ.) 1. ο αριθμός που αποτελείται από έξι συν μία μονάδες, ο μεταξύ τού έξι και τού οκτώ 2. χρησιμοποιείται για να δηλώσει απροσδιόριστο πλήθος, αμέτρητες φορές (α. «στό είπα εφτά φορές» β. «ὁ γὰρ ἑπτά ἀριθμός παρὰ τῇ … Dictionary of Greek